Μόλις διάβασα ένα ανατριχιαστικά όμορφο ποιήμα.....το ποιήμα βρίσκεται στο βιβλίο Ελληνικό Ροκ του Μανώλη Δαλούκα Εκδόσεις Άγκυρα....
Δυο αποσπάσματα από το βιβλίο που πλαισιώνουν το ποιήμα
"....Στα 1946, η Λένα Τσούχλου γράφει το ποιήμα Εμείς οι Λίγοι και εκφράζει όλα τα παιδιά που ψάχνουν μέσα στο φοβερό τοπίο του Εμφυλίου, ένα μικρό κάτι, ένα έστω τίποτα για να καρφώσουν τα όνειρα τους...."
"...Το ποιήμα της Λένας έχει τεράστια σημασία για την ιστορία της νεανικής κουλτούρας. Δείχνει πια καθαρά τις πρώτες φωνές που αρχίζουν να ορθώνουν έναν ανεξάρτητο νεανικό λόγο. Δείχνει ότι έχει αρχίσει να σχηματίζεται η σκέψη για ζωή, σε λίγους βέβαια, αλλά έστω και σ' αυτούς τους λίγους έχουμε τα πρώτα καθαρά σημάδια, που οδηγούν πολύ μακριά από όλες τις "καθοδηγήσεις". Οι "μεγάλοι ενθουσιασμένοι" και οι "μεγάλοι αρνητές" γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους τις επιταγές μιας σχιζοφρενικής κομμουνιστικής ηγεσίας και τους ασφυκτικούς περιορισμούς μιας "εθνικόφρονης" δεξιάς..."
Εμείς οι Λίγοι
Είμαστε εμείς οι ονειροπαρμένοι τρελοί της γης
με τη φλογισμένη καρδιά και τα έξαλλα μάτια.
Είμαστε οι αλύτρωτοι στοχαστές
και οι τραγικοί ερωτευμένοι.
Χίλιοι ήλιοι κυλούνε μες το αίμα μας
κι ολούθε μας κυνηγά το όραμα του απείρου.
Η φόρμα δεν μπορεί να μας δαμάσει.
Εμείς ερωτευτήκαμε την ουσία του είναι μας
και σ' όλους μας τους έρωτες αυτήν αγαπούμε.
Είμαστε οι μεγάλοι ενθουσιασμένοι
κι οι μεγάλοι αρνητές.
Κλείνουμε μέσα μας τον κόσμο όλο
και δεν είμαστε τίποτα από αυτόν τον κόσμο.
Οι μέρες μας είναι μια πυρκαγιά και οι νύχτες μας ένα πέλαγο.
Γύρω μας αντηχεί το γέλιο των ανθρώπων.
Είμαστε οι Προάγγελοι του Χάους!
Από πολλά site και blogs, η πατρότητα του ποιήματος δίνεται στον φίλο της Τσούχλου, τον Γιώργο Μακρή. Για τον οποίο γράφει ο φίλος του Λεωνίδας Χρηστάκης στην "Ιστορία της Αλητείας":
Ο Γιώργος Μακρής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1923 από καταπιεστικούς γονείς, μοναχογιός. Ο πατέρας του ήταν δικαστικός με εξουσιαστικές ροπές, δίκαζε ακόμη και στο σπίτι του. Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα που συνέβη όταν ήταν έξι χρονών ,ο Γιώργος Μακρής παραμένει χωλός σε όλη του τη ζωή και βαδίζει με δυσκολία...γράφτηκε στην Νομική Αθηνών αλλά δεν φοίτησε ποτέ...μαθαίνει Γαλλικά και Αγγλικά και διαβάζει μετά μανίας όλους τους συγγραφείς της εποχής εκείνης(Σαρτρ κ.λπ.) στην γλώσσα τους. Ζει σχεδόν μόνος από το 1948.Δεν ενδιαφέρεται για τίποτα και περιφέρει το σαρκίο του από καφενείο σε καφενείο και από στέκι σε στέκι, ξοδεύοντας άσκοπα τα χρήματα της μητέρας του και μετά μένοντας απένταρος για εβδομάδες.. Ήταν λιγομίλητος και με πολύ χιούμορ. Πάντα με ένα βιβλίο ή περιοδικό ξένο στο χέρι, αραγμένος στις καρέκλες των ζαχαροπλαστείων ή των καφενείων της πλατείας Κολωνακίου διάβαζε...υπήρξαν περιπτώσεις που την έστηνε σε μια καρέκλα καφενείου και δεν σηκωνόταν ούτε μετά από εικοσιτέσσερις ώρες. Το ίδιο γινόταν στο δωμάτιο που έμενε...Έγραφε κείμενα δικά του, μετέφραζε και αλληλογραφούσε με φίλους και γνωστούς. Τα γραπτά του ακουμπούσαν τις υπαρξιακές φιλοσοφίες της μεταπολεμικής εποχής.Τα ποιήματα του, γιατί κυρίως ποιήματα έγραφε, αντανακλούσαν τις περισσότερες φορές τις ψυχικές και συναισθηματικές καταστάσεις.Οι μεταφράσεις πλησίαζαν περισσότερο τις φιλοσοφικές του διαθέσεις. Οι ολοκληρωμένες ήσαν τρεις. Του Άλντους Χάξλεϋ, του Οκτάβιο Παζ και του Ζαν Μιρό. Από το 1965 άρχισαν οι τάσεις για αυτοκτονία.Εάν προσθέσουμε και μερικές αδικαιολόγητες συγκρούσεις με το αυτοκίνητο του,που τελικά καταστράφηκε ,οι απόπειρες ήταν επτά αλλά ανεπιτυχείς.Στο τέλος του Γενάρη του 1968 ,ήρθε σπίτι μου μεσημέρι.Ήταν χλωμός και αδυνατισμένος.Φάγαμε και αμέσως μετά μου είπε: «Είναι ντροπή να μην μπορώ να δώσω ένα αποφασιστικό τέλος στη ζωή μου»,κι έφυγε.Του τηλεφωνούσα συνέχεια.Δεν απαντούσε.Αργά στις 31 του ίδιου μήνα μου τηλεφώνησαν ότι έπεσε από την ταράτσα του σπιτιού του.